Διδαχή τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ.κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ
(Φιλιπ. δ. 4 - 9)
Ἡ χαρά γιά τήν ὁποία μᾶς ὁμιλεῖ σήμερα ὁ θεῖος Ἀπόστολος, ἀγαπητοί μου Χριστιανοί, δέν εἶναι κάτι πού ἀποκτᾶται μέ τήν τήρηση κάποιας συνταγῆς, ἀλλά «δόσις ἀγαθή» τοῦ ἀγωνοθέτου Θεοῦ σ΄ ἐκείνους πού μέ τόν προσωπικό πνευματικό τους ἀγώνα ἔφθασαν στήν κατάσταση τῆς μετά τοῦ Θεοῦ κοινωνίας. Ἡ χαρά εἶναι θεῖο δῶρο, καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διαπίστωση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ. Ἡ σημερινή Κυριακή ὡς ἀποκορύφωμα μιᾶς ἀγωνιστικῆς ἀνοδικῆς πορείας καί συγχρόνως προοίμιο μιᾶς ἑβδομάδος Σταυροῦ καί Ἀναστάσεως ὑπογραμμίζεται ὡς ἡμέρα χαρᾶς καί εὐφροσύνης. Χαρά πρέπει νά ἔχουμε γιά τό Πάθος καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ.
Εἶναι φυσικό καί ἀνθρώπινο τό Πάθος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ νά προξενεῖ στήν καρδιά μας θλίψη καί πόνο. Πλήν ὅμως, αὐτό πού φέρνει δάκρυα πρέπει γιά τόν ἄνθρωπο τῆς πίστεως νά εἶναι πηγή χαρᾶς. Ὁ καρπός τοῦ σταυροῦ εἶναι ἡ χαρά τοῦ Πνεύματος. Διά τοῦ σταυροῦ ἦλθε στόν κόσμο ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ. Σ΄ αὐτή τή ζωή ὑπάρχει μιά χαρά τήν ὁποία κανείς δέν μπορεῖ νά ἀφαιρέσει (Ἰωάν. 16,23). Ὁλόκληρη ἡ Ἐκκλησία χαίρει καί εὐφραίνεται ἐν ὄψει τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Ἑβδομάδος. «Ἐν χαρᾷ ἡ Βηθανία προευτρεπίζου», ψάλλει ὁ ἱερός ὑμνωδός. «Εὐφράνθητι Ἱερουσαλήμ καί πανηγυρίσατε ἐν αὐτῇ πάντες οἱ ἀγαπῶντες αὐτήν, χάρητε χαρᾷ πάντες» ἀναφωνεῖ ὁ προφήτης Ἡσαΐας (66,10). Ὁ Χριστός ἔρχεται ὡς Νυμφίος γιά νά τελέσει τούς πνευματικούς γάμους μέ τή νύμφη ψυχή μας. Τά «Πάθη τά σεπτά» γίνονται «φῶτα σωστικά». Λαμπροφορεῖ ἡ Ἐκκλησία καί μᾶς ἐφιστᾶ τήν προσοχή νά μήν καταληφθοῦμε ἀπό τόν ὕπνο τῆς ραθυμίας καί μείνουμε «ἔξω τοῦ νυμφῶνος Χριστοῦ».
Ἡμέρα ὑψίστης χαρᾶς εἶναι ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, διά τῆς ὁποίας κι ἐμεῖς ἐλευθερωνόμεθα ἀπό τά πάθη καί εἰσερχόμεθα στή νέα ζωή τῆς Χάριτος, στήν ὁποία ὁ θάνατος δέν ἔχει ἰσχύ, ὁ διάβολος δέν ἔχει δύναμη, ἡ ἁμαρτία δέν κατατυρανεῖ τήν ὕπαρξή μας, ἀλλά βασιλεύει καί δεσπόζει τό φῶς τῆς τρισήλιου Θεότητος.
Τό «χαίρειν ἐν Κυρίῳ» εἶναι κάτι πολύ διαφορετικό ἀπό τή χαρά τοῦ κόσμου. Οἱ χαρές τοῦ κόσμου προκαλοῦνται μετά ἀπό κάποια ἐπιτυχία. Ἡ ἐν Κυρίῳ χαρά εἶναι ἡ χαρά μετά ἀπό ἕναν νικηφόρο ἀγώνα κατά τῆς ἁμαρτίας. Ἡ χαρά τοῦ κόσμου ἀρχίζει μέ εὐχάριστα, ἀλλά τελειώνει μέ λυπηρά. Εἶναι ἀτελής καί ἐφήμερη. Ἡ ἡδονή τῆς ἁμαρτίας εἶναι μιά σωματική χαρά. Οἱ κοινωνικές σχέσεις δημιουργοῦν ψυχική εὐφορία καί διάθεση ἱκανοποιήσεως. Ἡ ἐργασία τῶν παθῶν κολακεύει τή σάρκα καί ναρκώνει τό συναίσθημα. Τά ταξίδια, τά θεάματα, οἱ διασκεδάσεις καί ἄλλες ἐκδηλώσεις διασκεδάζουν τούς προβληματισμούς καί ἀνακουφίζουν πρόσκαιρα ἀπό τήν ἔνταση τῆς καθημερινότητος. Δέ φέρνουν ὅμως ἀλλαγή στήν ψυχή. Δέ θέτουν θεμέλια γιά μιά καινούργια ψυχική οἰκοδομή χωρίς καταιγίδες καί συγκρούσεις. Μᾶλλον ἀπωθοῦν τό πρόβλημα, τό ὁποῖο ἀναδιπλώνεται καί ἐμφανίζεται ἰσχυρότερο καί βιαιότερο. Κι ὕστερα ἀπό τά ταξίδια, τίς διασκεδάσεις καί τίς ἡδονές ἔρχεται ἡ τυραννία τῆς μελαγχολίας. Οἱ προσπάθειες γιά τήν κατάκτηση τῆς χαρᾶς ἀποβαίνουν ἄκαρπες.
Ὅταν ἡ ζωή μας εἶναι σύμφωνη μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ὅλες οἱ ἐπιδιώξεις μας ἀποσκοποῦν στή δόξα τοῦ Θεοῦ καί κάθε πράξη μας ἔχει ὡς στόχο τήν ἀγάπη, τότε μόνο βρισκόμεθα μέσα στήν πραγματική χαρά. Τότε χαίρει ἡ καρδιά μας, διότι ἔχει τή μυστική πληροφορία (βεβαιότητα), ὅτι τήν ἀγάπησε ὁ Θεός καί κατασκήνωσε μέσα της. Τότε τή χαρά συνοδεύουν ἡ εἰρήνη, ἡ πραότητα, ἡ ἀταραξία, ἡ ἐλπίδα, ἡ γαλήνη.
Ἡ χαρά τοῦ χριστιανοῦ εἶναι μόνιμη κατάσταση καί στίς ὧρες τῶν θλίψεων. «Πιστεύοντες ἀγαλλιᾶσθε χαρᾷ ἀνεκλαλήτῳ καί δεδοξασμένῃ» γράφει ὁ ἀπόστολος Πέτρος πρός τούς χριστιανούς (Α΄ 1,8). Ἡ χαρά ἀνήκει μόνο στή δοκιμασμένη πίστη. Χαίρει ὁ πιστός μέ τή δόξα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἀκόμα καί μέ τή μετοχή στά παθήματα τοῦ Χριστοῦ. Χαίρει μέσα στίς θλίψεις γιατί γνωρίζει, ὅτι οἱ δοκιμασίες αὐτές τόν ἐκπαιδεύουν στά πνευματικά ἀγωνίσματα, τέλος τῶν ὁποίων εἶναι «ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος». Ὁ ἀπόστολος Παῦλος μέ καύχηση γιά τίς δοκιμασίες καί τούς κινδύνους πού ὑπέστη γιά τό Χριστό, γράφει στούς Κορινθίους: «ὑπερπερισσεύομαι τῇ χαρᾷ ἐπί πάσῃ τῇ θλίψει ἡμῶν» (Β΄ 7,14). Ἔτσι καί οἱ χριστιανοί ἄν καί «λυπούμενοι» πρέπει νά εἴμεθα «ἀεί χαίροντες».
Ὁ προφητάναξ Δαβίδ πολλές φορές στούς Ψαλμούς ἀναφέρεται στή χαρά πού δίνει ὁ Θεός. Ἔχοντας δοκιμάσει ὅλες τίς χαρές τοῦ κόσμου φθάνει στή δική του ἐπιλογή: «ἐγώ δέ εὐφρανθήσομαι ἐπί τῷ Κυρίῳ» (Ψαλμ. 103,34).
Ἀγαπητοί μου Χριστιανοί. Γιά νά φθάσουμε στή χαρά τῆς Ἀναστάσεως πρέπει νά σταυρωθοῦμε ὡς πρός τήν ἁμαρτία. Τήν ἐμπειρία τῆς ἑκουσίου νεκρώσεως τήν βιώσαμε μέ τήν ἄσκηση, τή νηστεία καί τήν προσευχή τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Τό παρόν στάδιο τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, τῶν μυστηρίων τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ εἶναι γιά ὅλους μας, κυρίως δέ γιά τούς βραδυπορήσαντες, μιά ἀκόμα εὐκαιρία προετοιμασίας γιά τήν ὑποδοχή τῆς Ἀναστάσεως. Πηγή χαρᾶς εἶναι τό κενό μνημεῖο τοῦ Χριστοῦ, πού γιά ὅλους τούς τόπους εἶναι ἡ ἁγία Τράπεζα τῆς Ἐκκλησίας ἐπάνω στήν ὁποία συνεχίζεται τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως «ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καί σωτηρίας».
Χαρά γιά μᾶς δέν εἶναι ἡ σημερινή θριαμβευτική ὑποδοχή τοῦ Χριστοῦ ἀπό τόν ἀνερμάτιστο ὄχλο. Εἶναι ἡ εἴσοδος τοῦ Θεανθρώπου στήν πόλη τοῦ Πάθους καί τῆς Ἀναστάσεώς του. Αὐτή τή χαρά ὡς τέκνα τῆς ἐπουρανίου Ἱερουσαλήμ ἄς ζήσουμε καί ὑποδεχόμενοι στήν Ἐκκλησία μας τό Χριστό ἄς ἀναφωνήσουμε: «Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου ὡσαννά ἐν τοῖς ὑψίστοις» (Ματθ. 21,9).
Κήρυγμα: