Ημερομηνία:
Προσκεκλημένος από τον Καθηγούμενο Αρχιμ. Χριστοφόρο της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους και με την άδεια και ευλογία του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου και της Ιεράς Συνόδου, συνοδευόμενος από τον Διάκονο Ευστάθιο Κατόπη, τον Θεολόγο Αθανάσιο Σκαρμούτσο και τον οδηγό Παναγιώτη Καζάνα μετέβη ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Νικόλαος στην Ιερά Μονή Γρηγορίου του Αγίου Όρους στις 5 και 6 Ιουνίου, όπου ετέλεσε το ετήσιο Μνημόσυνο του αειμνήστου Προηγουμένου της Ιεράς Μονής Αρχιμανδρίτου π. Γεωργίου Καψάνη.
Στην Ιερά Παννυχίδα που τελέσθηκε την Παρασκευή το απόγευμα προεξήρχε ο Μητροπολίτης μας κ. Νικόλαος, συμμετείχε ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Λεμεσού κ. Αθανάσιος και οι Καθηγούμενοι των Μονών Βατοπαιδίου κ. Εφραίμ, Ιβήρων κ. Ναθαναήλ μετά του Προηγουμένου Αρχιμ. Βασιλείου, Εσφιγμένου κ. Βαρθολομαίος, Αγίου Διονυσίου κ. Πέτρος και Αγίου Διονυσίου Ολύμπου κ. Μάξιμος καθώς επίσης Αντιπρόσωποι όλων των Ιερών Μονών, Μοναχοί από τις Σκήτες και τα Ασκητήρια και πολλοί προσκυνητές μεταξύ των οποίων και ο τ. Υπουργός κ. Ιωαννίδης. Μετά την Ιερά Παννυχίδα, όπου έλαβαν μέρος περίπου 50 Ιερομόναχοι μετέβησαν όλοι εις τον τάφο του Γέροντος όπου οι Μητροπολίτες Νικόλαος και Αθανάσιος ετέλεσαν Τρισάγιο και έψαλλαν όλοι μαζί το «Αιωνία η μνήμη». Στη συνέχεια ακολούθησε Τράπεζα στην οποία μίλησε ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Αγίου Διονυσίου Αρχιμανδρίτης κ. Πέτρος και ο Προηγούμενος της Ιεράς Μονής Ιβήρων Αρχιμανδρίτης κ. Βασίλειος Γοντικάκης, οι οποίοι ανεφέρθησαν στην προσωπικότητα του αειμνήστου π. Γεωργίου.
Το πρωί ώρα 4 με 9 τελέσθηκε στο Καθολικό της Μονής Αρχιερατική Θεία Λειτουργία από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτης μας κ. Νικόλαο στην οποία συμμετείχαν Ηγούμενοι, Ιερομόναχοι και Διάκονοι και έψαλλαν δύο Βυζαντινοί χοροί με πρωτοψάλτη τον Ιερομόναχο Αντύπα. Μετά τη Θεία Λειτουργία παρετέθη Τράπεζα στην οποία μίλησε ο Σεβασμιώτατος κ. Νικόλαος αναφερθείς στη ζωή, στην πνευματική αξία και στην εκκλησιαστική προσφορά του μακαριστού Γέροντος π. Γεωργίου.
Ο άγιος Καθηγούμενος π. Χριστοφόρος ευχαρίστησε τον Σεβασμιώτατο για την τιμή της παρουσίας του εις το ετήσιο Μνημόσυνο του Γέροντος και μαζί με τους Μοναχούς της Μονής τον προέπεμψε στο λιμανάκι της Μονής, όπου με πλοιάριο ο Σεβασμιώτατος μετέβη στην Ουρανούπολη και από εκεί στη Λαμία.
Στο Άγιον Όρος κατά τη σύντομη προσκυνηματική επίσκεψη του ο Σεβασμιώτατος είχε την ευκαιρία να συναντηθεί με πολλούς Καθηγουμένους και πολλούς Μοναχούς με τους οποίους συζήτησε πνευματικά και εκκλησιαστικά θέματα και ωφελήθηκε πνευματικά από την αγάπη τους και από την κατάθεση των απόψεών τους για διάφορα επίκαιρα θέματα.
Το Άγιον Όρος για κάθε Χριστιανό, κυρίως όμως για κάθε Επίσκοπο είναι πνευματικό αναβαπτιστήριο.
ΕΠΙΜΝΗΜΟΣΥΝΟΣ ΛΟΓΟΣ
Εἰς τόν ἀείμνηστον Ἀρχιμανδρίτην π. Γεώργιον Γρηγοριάτην Καθηγούμενον τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους ἐκφωνηθείς ὑπό τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Φθιώτιδος κ. Νικολάου εἰς τό ἐτήσιον μνημόσυνον αὐτοῦ ἐν τῇ Ἱερᾷ Μονῇ Ὁσίου Γρηγορίου τό Σάββατον 6ης Ἰουνίου 2015.
Τό ἐτήσιον μνημόσυνον τοῦ πολυσεβάστου Προηγουμένου τῆς Ἱερᾶς ταύτης Μονῆς τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου μακαριστοῦ π. Γεωργίου συνήγαγεν πάντας ἡμᾶς τούς τιμῶντας καί ἀγαπῶντας τήν μνήμην του, διά νά καταθέσωμεν τήν τιμήν τῆς καρδίας μας πρός τό σεπτόν πρόσωπόν του, νά προσευχηθῶμεν κατά τά διατεταγμένα τῆς Ἁγιορειτικῆς λειτουργικῆς τάξεως διά τήν ἀνάπαυσιν τῆς ψυχῆς του καί ἐν τῇ ἀναμνήσει τῆς ζωῆς καί τῶν λόγων του νά ἐνισχυθῶμεν εἰς τόν καθημερινόν ἀγῶνα τῆς ἐνθέου ζωῆς.
Ἰδού μετά τήν τέλεσιν τῆς Παραδεισίου Θείας καί ἀναιμάκτου Μυσταγωγίας μετέβημεν ἀπό Τραπέζης εἰς Τράπεζαν. Ἀπό τήν Ἁγίαν Τράπεζαν, εἰς τήν ὁποίαν ὁ Χριστός ἦτο ὁ προσφέρων καί προσφερόμενος, εἰς τήν τράπεζαν τῶν ἐπιγείων ἀγαθῶν, κατά τήν διάρκειαν τῆς ὁποίας κατά τό Ἁγιογραφικόν λόγιον «Αἰνέσωμεν δή ἄνδρας ἐνδόξους καί τούς πατέρας ἡμῶν»(Σοφία Σειράχ 44, 1) ἱερουργοῦντες τόν λόγον σεπτῇ παρακλήσει τοῦ Πανοσιολογιωτάτου Καθηγουμένου Ἀρχιμανδρίτου π. Χριστοφόρου θά φιλοτεχνήσωμεν ἀδεξίως μέν, ἀλλ ἐγκαρδίως τήν λάμπουσαν Θείας Χάριτος προσωπικότητα τοῦ μνημονευμένου καί μακαριζομένου ἀειμνήστου Γέροντος ἐν εὐλαβείᾳ ὑπείκοντες εἰς τήν Ἀποστολικήν ἐντολήν: «Μνημονεύετε τῶν ἡγουμένων ὑμῶν, οἵτινες ἐλάλησαν ὑμῖν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, ὧν ἀναθεωροῦντες τὴν ἔκβασιν τῆς ἀναστροφῆς μιμεῖσθε τὴν πίστιν» (Ἑβρ. 13, 7).
Ἔχομεν τήν αἴσθησιν σήμερον, ὅτι ὁ μακαριστός Γέρων εἶναι μεθ΄ ἡμῶν ὡσεί παρών, ὄχι μόνον διότι τοῦτο διακηρύττει ἡ πίστις τῆς Ἐκκλησίας μας: «Οἱ γάρ δίκαιοι ζῶσι καί τεθνηκότες», ἀλλά καί διότι ἡ τεσσαρακονταετής διακονία του ἐν τῇ Μονῇ κατέλειπε ζωηρά τά ἴχνη τῆς ἁγίας διαβάσεώς του, ὥστε τό ὄνομα του νά ταυτισθῆ ἀπόλυτα μέ τήν Ἱεράν Μονήν τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου.
Εὐχαριστοῦμεν τόν Κύριον καί τήν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον, τήν ἔφορον τοῦ Ἁγιωνύμου τούτου πνευματικοῦ λειμῶνος, διά τό δῶρον τῆς παρουσίας τοῦ εἰρημένου Καθηγουμένου εἰς τόν κόσμον κατά τήν πολυπράγμονα καί πολυτάραχον ταύτην ἐποχήν, εἰς τήν ὁποίαν ἐστάθη ὡς ἰσχυρός λιμενοβραχίων ἀνακόπτων μέ τόν εὔχυμον καί πειστικόν λόγον του τήν μανίαν τῶν κυμάτων τῆς ἀσεβείας καί ὡς λιμήν γαλήνιος ἀναπαύων ναυαγισμένας καί ταλαιπωρημένας ψυχάς.
Ὁ Ἀρχιμανδρίτης Γεώργιος Καψάνης ὑπῆρξε μία σπανία καί ἀνεπανάληπτη Ἐκκλησιαστική καί Μοναστική προσωπικότης διά τήν ὁποίαν θά καυχᾶται τό Ἅγιον Ὄρος ἐσαεί.
Ἄς ἴδωμεν ἐν συντομία σημαντικά τινά σημεῖα τῆς ζωῆς του, τά ὁποῖα διεμόρφωσαν καί ἐσμίλευσαν τήν προσωπικότητά του καί ἄς ἐνσκύψωμεν ἐν εὐλαβείᾳ εἰς τόν πλοῦτον τῶν χαρισμάτων μέ τά ὁποῖα τόν ἐπροίκισεν ὁ Θεός.
Ὁ π. Γεώργιος εἶχε τήν εὐλογίαν νά ἀνατραφεῖ εἰς ἕν χριστιανικόν περιβάλλον. Οἱ γονεῖς του νησιῶτες ἐκ καταγωγῆς, ὁ μέν πατέρας ἐκ Κυθήρων, ἡ δέ μητέρα ἐκ Νάξου, τοῦ ἐνεστάλαξαν τήν νησιωτικήν εὐλάβειαν καί εὐγένειαν. Ἔχων ἔφεσιν πρός τά ἱερά γράμματα μετά τάς ἐγκυκλίους σπουδάς ἐφοίτησεν εἰς τήν Θεολογικήν Σχολήν Ἀθηνῶν καί ἀργότερα παρηκολούθησε μαθήματα ποιμαντικῆς εἰς τήν Ἀμερικήν καί Ἀγγλίαν. Ἐπιστρέψας ὑπηρέτησεν ὡς Βοηθός εἰς τήν ἕδραν τῆς Ποιμαντικῆς καί τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου ὑπό τήν ἐπιστημονικήν καθοδήγησιν τοῦ Καθηγητοῦ Κων/νου Μουρατίδου. Τό ἔτος 1972 ἀνταποκρινόμενος εἰς τήν ἔκκλησιν πρός τούς θεολόγους τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος Ἱερωνύμου τοῦ Α΄ εἰσῆλθε εἰς τάς τάξεις τοῦ ἀγάμου Κλήρου καρείς Μοναχός εἰς τήν Ἱεράν Μονήν Πεντέλης καί χειροτονηθείς Διάκονος ὑπό τοῦ ἰδίου τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἱερωνύμου πρός μεγάλην ἱκανοποίησιν Καθηγητῶν, Φοιτητῶν καί πολλῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Εἰς σύντομον χρόνον ἐχειροτονήθη πρεσβύτερος καί ἔστησε τό πνευματικόν του ὁρμητήριον εἰς τήν Ἱεράν Μονήν Πεντέλης, ἡ ὁποία κατά τό σύντομον χρονικόν διάστημα τῆς παραμονῆς του ἐγνώρισε ἡμέρας πνευματικῆς ἀναλαμπῆς.
Γνωρισθείς καί συνδεθείς μετά τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Χαλκίδος κυροῦ Νικολάου Σελέντη ἠκολούθησεν αὐτόν εἰς τήν Ἱεράν Μητρόπολιν Χαλκίδος μέ τήν εὐάριθμον ἐκλεκτήν Ἀδελφότητα τῶν πρώτων Μοναχῶν του και ἐγκατεστάθη ὡς Ἡγούμενος εἰς τήν Ἱεράν Μονήν τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Ἀρμᾶ, ἡ ὁποία ἐπί τῶν ἡμερῶν ἐκείνων ἐγνώρισε μεγάλην πνευματικήν ἀκμήν καί κατέστη πνευματικός φάρος διά τήν νῆσον Εὔβοιαν. Δυστυχῶς ὁ χρόνος τῆς πνευματικῆς ὡραιότητος κατά παραχώρησιν Θεοῦ ἦτο συντετμημένος. Ἐνσκυψάσης τῆς Ἐκκλησιαστικῆς καταιγίδος τοῦ 1974 μέ τήν ἄδικον ἔκπτωσιν τῶν 12 Μητροπολιτῶν μεταξύ τῶν ὁποίων ἦτο καί ὁ Χαλκίδος Νικόλαος, ὁ ἀσυμβίβαστος εἰς τά θέματα τῶν Ἱερῶν Κανόνων Καθηγούμενος Γεώργιος, ἔλαβε τήν εὐχήν τοῦ Νικολάου, ἐγκατέλειψε ὅλην τήν πνευματικήν ἐργασίαν τῆς Μονῆς του καί ἐπορεύθη μετά τῆς ἐπταμελοῦς Ἀδελφότητός του εἰς τό Ἅγιον Ὄρος, παραδοθείς εἰς τήν ἀγκάλην τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Ἔχει ἰδιαιτέραν ἀξίαν μία ἐπιστολή τήν ὁποίαν ἀπέστειλε ὁ π. Γεώργιος ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος εἰς τόν ἀσθενοῦντα Μητροπολίτην Νικόλαον, ἡ ὁποία εἶναι δηλωτική τῆς πνευματικῆς σχέσεως καί τοῦ ἱεροῦ συνδέσμου τῶν δύο ἀνδρῶν:
«Ἐπληροφορήθημεν τά τῆς ἐγχειρήσεως καί ἐλυπήθημεν διότι δέν εἴμεθα πλησίον σας νά συμμερισθῶμεν τήν δοκιμασίαν σας. Σᾶς ἔχομεν συνεχῶς εἰς τήν σκέψιν μας καί εἰς τάς ἀναξίους προσευχάς μας τελοῦντες εἰδικάς θείας λειτουργίας καί παρακλήσεις ὅπως ἐπίσης καί πολλοί ἄλλοι ἁγιορεῖται πού σᾶς ἀγαποῦν καί σᾶς περιμένουν νά ἐπισκεφθῆτε τό Ἅγιον Ὄρος.
Τόν ὀλίγον χρόνον πού συνεργάσθημεν ἐζήσαμεν μέ ἔντασιν τήν ἁγίαν ἀγάπην σας, τήν Χριστομίμητον ταπείνωσίν σας, τό κλῖμα τῆς ἐν Χριστῷ ἐλευθερίας πού ἀκτινοβολούσατε καί ὅλας τάς ἄλλας ἀρετάς σας πού ὠφέλησαν πολύ τάς ψυχάς μας καί μᾶς συνέδεσαν μαζί Σας μέ ἕνα ἄρρηκτον καί ἅγιον δεσμόν.
Δι΄ αὐτό καί τήν δοκιμασίαν σας τήν αἰσθανόμεθα καί ὡς ἰδικήν μας δοκιμασίαν. Αἰσθανόμεθα τοπικῶς μόνον χωρισμένοι. Εἰς τήν καρδίαν μας εἶστε πάντα ὁ Ἐπίσκοπος καί Πατήρ μας.
Δι΄ αὐτό καί τολμῶμεν τώρα πού διά τῆς δοκιμασίας σας ἐξαγνίζεσθε ἔτι περισσότερον καί προσεγγίζετε τό ἀπρόσιτον Φῶς τῆς Ἁγίας Τριάδος νά παρακαλέσωμεν νά ἐνθυμεῖσθε καί ἐμέ». (Μητροπολίτου Φθιώτιδος Νικολάου, Ὁ Χαλκίδος Νικόλαος, ἐκδόσεις Ἱερᾶς Μητροπόλεως Φθιώτιδος, Λαμία 2011, Β΄ ἔκδοσις βελτιωμένη, σελ. 205)
Ἐν τῷ μεταξύ μετά ἕν ἑξάμηνον ὁ Νικόλαος προσβληθείς ἀπό τήν ἐπάρατον «εὐάρεστος Θεῷ γενόμενος ἠγαπήθη καὶ ζῶν μεταξὺ ἁμαρτωλῶν μετετέθη….»(Σοφία Σολομῶντος 4, 10) εἰς τήν οὐράνιον πατρίδα, ὁ δέ π. Γεώργιος ὁμοφώνως ἐξελέγη ἀπό τήν Ἀδελφότητα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Γρηγορίου Καθηγούμενος, τοῦ Καθηγουμένου Διονυσίου παραιτηθέντος ὑπέρ αὐτοῦ.
Ἐάν ἡ Ἱερά Μονή Πεντέλης καί τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Ἀρμᾶ Χαλκίδος προσεφέρθησαν διά τόν Γέροντα ὡς τόποι ποιμαντικῆς δραστηριότητος καί πνευματικῆς προσφορᾶς, ἡ Ἱερά Μονή τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου ὑπῆρξε δι΄ αὐτόν καί τούς μοναχούς ἐργαστήριον ἁγιότητος, σκάμμα πνευματικῶν ἀγώνων, γυμναστήριον ψυχῶν διά τήν ἀπόθεσιν τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου καί διά τήν ἔνδυσιν τοῦ καινοῦ, τοῦ ἐναρέτου, τοῦ τελείου «καθ΄ ὁμοίωσιν Χριστοῦ». Ἡ πνευματική ποιότητα τῆς Ἀδελφότητός του, ἡ ὁποία φυσικῶς κατηυθύνετο ἀπό τήν κεφαλήν, δηλαδή τόν ἴδιον τόν Γέροντα, τόν διδάσκοντα καί ποιοῦντα, ἡ μόρφωσίς του καί ἡ χριστομίμητος συμπεριφορά του προσείλκυσε πλῆθος πολύ τῶν ἐκζητούντων τήν ἐν Χριστῷ ζωήν, οἱ ὁποῖοι προσέφευγον εἰς τήν ἀγάπην του, ἀνεκουφίζοντο καί ψυχικῶς ἐθεραπεύοντο, διότι, ὅπως λέγει ὁ Ὅσιος Φιλήμων: «Ἡ ἀγάπη ποιεῖ τήν ψυχήν ἄνοσον». Ὁ ἅγιος Γέρων ἀδιακρίτως προσέφερεν ἀγάπην καί πάντας ὁδηγοῦσε εἰς τόν Χριστόν «τό μέγα μάλαγμα τό σφῖγγον πάντα τά μέλη καί θεραπεύων πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν»(Ματθ. 4, 23). Ἡ ἀγάπη του προσεφέρετο πρός πάντας. Δηλαδή ὁ Θεός προσεφέρετο, ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Μάξιμος: «Ὁ κτησάμενος τήν ἀγάπην αὐτόν τόν Θεόν ἐκτήσατο». Ἀπό τήν ἀγαπῶσαν καρδίαν του ἐξεδηλοῦτο ἡ ἁγιότης του, «Ὅτε φθάσομεν τήν ἀγάπην, ἐφθάσαμεν εἰς τόν Θεόν» (Ἰσαάκ ὁ Σῦρος, Λόγος 72).
Μέ τήν παρουσίαν του εἶχε προστεθεῖ εἰς τήν Ἱεράν Μονήν μία ἀκόμη ἀποστολή, τήν ὁποίαν ἐπιμελῶς διηκόνησε καί ἀκόμα μετά ἀπό αὐτόν διακονεῖ, τήν προσφοράν ἀγάπης πρός τούς βεβαρημένους ἀδελφούς. Ὁ Ἅγιος Δωρόθεος Γάζης λέγει, ὅτι «ἕκαστος θέλων σωθῆναι χρείαν ἔχει οὐ μόνον μή ποιῆσαι τό κακόν, ἀλλά καί τό ἀγαθόν ἐργάσασθαι (Διδαχή 12, 133). Ἐμπνεόμενος ἀπό τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησιολογίαν ἐχειραγώγει τούς πιστούς εἰς τήν ζωήν τῆς Ἐκκλησίας ἐν ἁγίῳ Πνεύματι. Μόνον μέ τό Ἅγιον Πνεῦμα ὁ ἄνθρωπος ἀνακαινίζεται, ἐξαγνίζεται, ἁγιάζεται καί ὁδηγεῖται εἰς τήν τελειότητα. Ὁ Μέγας Ἀντώνιος κάνει λόγον διά τό «Πνεῦμα μεταστροφῆς», τό ὁποῖον ἔρχεται εἰς βοήθειαν ὅσων πορεύονται αὐτόν τόν δρόμον. Προπορεύεται, ὅσων μάχονται, διά νά ἐλαφρύνει τόν ἀγῶνα τους καί γλυκαίνει τό ἔργον τῆς μεταστροφῆς τους.
Συνεβούλευε νά ἀγωνιζόμεθα κατά τῶν παθῶν διά νά ἔλθουν οἱ ἀρετές . Ἐάν συγχρόνως ἐφαρμόζωμεν ἀρετάς καί πάθη, ἡ ψυχή ζεῖ ἐν τρικυμίᾳ καί ταραχῇ, διότι κατά τόν ἅγιον Εἰρηναῖον «ἐξωθεῖται το ἕτερον ὑπό τοῦ ἑτέρου καί παρόντος τοῦ ἑτέρου ἀνήρηται τό ἕτερον»(Ἁγίου Εἰρηναίου κατά αἰρέσεων 5, 12 1). Χαρακτηριστικά γνωρίσματα τοῦ ποιμαντικοῦ λόγου του ἦταν ἡ θεολογική καί Ἐκκλησιολογική θεώρησις ὅλων τῶν ζητημάτων πίστεως καί ἠθικῆς καί ἡ βιωματική ἐμβάθυνσις εἰς τήν ἁγιορειτικήν παράδοσιν, τήν ὁποίαν ἐκράτησεν καί ἐτήρησεν ἀκεραίαν. Ὁσάκις ὡμίλει ἐνεστάλαζε τήν γλυκύτητα τῆς θεολογίας εἰς τάς ψυχάς, ἡ ὁποία εἶχεν πάντοτε ἀρχήν καί τέλος τήν Θείαν Εὐχαριστίαν. (βλέπε: Ἡ ζωή μας μέσα εἰς τήν ἑβδομάδα: «θέματα Ἐκκλησιολογίας καί Ποιμαντικῆς» β΄ ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου, Ἁγίου Ὄρους σ. 42).
Ἀρχέτυπο τῶν σχέσεων του μέ τούς Μοναχούς καί τά ἄλλα πνευματικά του παιδιά ἀποτελοῦσαν οἱ ἀντίστοιχες σχέσεις τοῦ οὐρανίου πατρός καί τῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι εἶναι τέκνα ἀπό υἱοθεσίαν τοῦ Πατρός «ἐξ οὗ πᾶσα πατριὰ ἐν οὐρανοῖς καὶ ἐπὶ γῆς ὀνομάζεται»(Ἐφεσ. 3, 14-15). Κύριον καθῆκον του ἐθεώρει νά γεννᾶ πνευματικῶς τά παιδιά του μέ τήν «ἄνωθεν γέννησιν» καί νά βοηθεῖ νά αὐξηθοῦν, ἕως ὅτου φθάσουν τό μέτρον τῆς ἡλικίας τοῦ πληρώματος ἐν Χριστῷ ὡς ὁ θεῖος Παῦλος λέγει: «τεκνία μου, οὓς πάλιν ὠδίνω, μέχρις οὗ μορφωθῇ Χριστὸς ἐν ὑμῖν»(Γαλ. 4, 19).
Ἦτο πρᾶος, γλυκύς καί ἀόργητος. Παρ΄ ὅλα αὐτά εἶχε τόν «σώφρονα θυμόν» εἰς τά θέματα τῆς πίστεως, ὅταν παρεβιάζοντο οἱ Ἱεροί Κανόνες καί παρεμορφώνετο ἡ Πατερική παράδοσις. Τότε παραμέριζε τήν πραότητα καί ἀνελάμβανε ἀγῶνα «τόνον πρός τήν τῶν καλῶν ἔντασιν ποιῶν» (Μ. Βασιλείου Ὁμιλία 10 κατά ὀργιζομένων). Μνημεῖα Ὀρθοδόξου Θεολογίας εἶναι τά κείμενά του, τά ὁποῖα κατά καιρούς ἐξαπέλυε πρός τήν Ἐκκλησίαν ἀπό τό Μοναχικόν κελλίον του, ὁσάκις ἠπειλεῖτο ἡ ἀκρίβεια τῆς πίστεως καί ἐκινδύνευε ἡ ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας. Ἤλεγχε μέ ἀγάπην, συνεβούλευε μέ ταπείνωσιν, παρενέβαινε μέ εὐγένειαν, πάντοτε οἰκοδομοῦσε.
Εἶχε φόβον Θεοῦ. Ἐξ αὐτοῦ προείρχετο ἡ γαλήνη τῆς ψυχῆς του καί ἡ πνευματική μακαριότης του κατά τόν ψαλμῳδόν: «Μακάριος ἀνὴρ ὁ φοβούμενος τὸν Κύριον, ἐν ταῖς ἐντολαῖς αὐτοῦ θελήσει σφόδρα»(Ψ. 111, 1). Τόν φόβον τοῦ Θεοῦ εἶχε θέσει ὡς ἀρχήν τῆς ἀληθινῆς ζωῆς. «Ὁ φοβούμενος τόν Θεόν δαιμόνων ὁρμάς οὐ φοβεῖται, οὐδέ τάς ἀσθενεῖς ἐφόδους αὐτῶν, ἀλλ΄ οὐδέ ἀνθρώπων πονηράς ἀπειλάς»(Ἁγ. Συμεών ὁ Θεολόγος, Κεφάλαια διάφορα, 1, 68). Παρ΄ ὅτι ἦτο φύσει εὐγενής, συγκαταβατικός καί ὑποχωρητικός, δέν ἐδειλίασε εἰς τάς ποικίλας ἐπιθέσεις δαιμόνων, ἰσχυρῶν, ψευδαδέλφων, προδοτῶν, μηχανορράφων, ἀλλά πάντοτε διά τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ ἀντιμετώπιζε πᾶσαν ἐπιβουλήν ἐπιτυχῶς λέγων: «Κύριος ἐμοὶ βοηθός καὶ οὐ φοβηθήσομαι τί ποιήσει μοι ἄνθρωπος»(Ψ. 117, 60).
Ἐπί τεσσαράκοντα καί πλέον ἔτη ὁ ἀείμνηστος Γέροντας ἐπί τῶν πνευματικῶν ἐπάλξεων ἠγωνίσθη διά τόν ἔνθεον βίον καί διά τόν ἁγιασμόν τῆς Ἀδελφότητός του καί τῶν πολυαρίθμων πνευματικῶν του τέκνων. Ἠνάλωσε τήν ζωήν του εἰς τόν πνευματικήν καθοδήγησιν ἐκτός τῆς Ἱερᾶς Ἀδελφότητος τῆς Μονῆς του καί ἄλλων Μοναστικῶν Ἀδελφοτήτων καί πλήθους πιστῶν τῶν Ἱερῶν Μετοχίων τῆς Μονῆς καί ἐπίσης τῶν προσκυνητῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἀνύστακτος ἦτο καί ἡ μέριμνά του διά τήν ἐξωτερικήν Ἱεραποστολήν εἰς τήν ὁποίαν ἔταξε τόν ἤδη μακαριστόν Ἀρχιμανδρίτην π. Κοσμᾶν Γρηγοριάτην καί τόν σημερινόν Μητροπολίτην Κατάγκα κ. Μελέτιον.
Ἡ μεγάλη πνευματική του ἀξία καί ἡ ἀποδοχή του ὑπό συμπάσης τῆς Ἐκκλησίας ἐντός καί ἐκτός τοῦ Ἁγίου Ὄρους ὤθησαν τόν μακαριστόν Ἀρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κυρόν Χριστόδουλον νά εἰσηγηθεῖ τήν ἐγγραφήν του εἰς τόν κατάλογον τῶν ὑποψηφίων πρός Ἀρχιερατείαν διά τήν ἐν συνεχείᾳ τιμητικήν ἐκλογήν του εἰς τό ὕψιστον ἀξίωμα τῆς Ἀρχιερωσύνης. Τοῦτο πληροφορηθείς ὁ ἅγιος Γέρων ἐμήνυσε εἰς τόν Ἀρχιεπίσκοπον, οὐδέ κἀν σκέψιν νά κάμει περί τούτου, διότι θά ἠρνεῖτο.
Ὁ χρόνος, οἱ κόποι, τῆς σαρκός ἡ φθαρτότης κατέβαλαν τάς σωματικάς δυνάμεις του, ὄχι ὅμως καί τάς πνευματικάς, τάς ὁποίας διέθετε μετά χαρᾶς εἰς τήν διακονίαν τῆς Ἐκκλησίας. Μέ τάς θλίψεις τῆς ἀσθενείας του «οὐκ ἔπεσεν ἀπὸ τῆς ἐλπίδος αὐτοῦ»(Σοφία Σειράχ 14, 2). Διαισθανόμενος, ὅτι πλησιάζει ἡ ἀπόθεσις τοῦ σκηνώματός του (Β Πέτρου 1, 14) παρητήθη τῶν διοικητικῶν φροντίδων τῆς Μονῆς καί εἰσηγήθη τήν ἐκλογήν νέου Ἡγουμένου, τόν ὁποῖον ἡ θεόλεκτος Ἀδελφότης εὗρε εἰς τό πρόσωπον τοῦ σημερινοῦ ἀξίου Καθηγουμένου π. Χριστοφόρου.
Ὁ ὑπόλοιπος χρόνος τῆς ζωῆς τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος ἦτο χρόνος ἐντόνου προετοιμασίας του διά τήν ἔξοδον καί δύναται νά περιγραφεῖ μέ τά κάτωθι λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «καὶ γὰρ ἐν τούτῳ στενάζομεν, τὸ οἰκητήριον ἡμῶν τὸ ἐξ οὐρανοῦ ἐπενδύσασθαι ἐπιποθοῦντες»(Β΄ Κορινθ. 5, 1-14). Διακονούμενος μέ ὑποδειγματικήν ἀφοσίωσιν ἀπό τά πνευματικά του παιδιά ἐπιδεικνύων χριστομίμητον ὑπομονήν καί καρτερίαν προητοιμάσθη διά τήν πρός Κύριον ἀποδημίαν, τήν ὁποίαν «ὁ βάθει σοφίας φιλανθρώπως πάντα οἰκονομῶν καὶ τὸ συμφέρον πᾶσιν ἀπονέμων» Θεός(Ἀπολυτίκιον τῷ Σαββάτῳ πρό τῆς Πεντηκοστῆς) ὥρισεν τό Σάββατον παραμονήν τῆς Πεντηκοστῆς.
Ὁ ἀξιομακάριστος καί ἀείμνηστος Καθηγούμενος τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου Ἀρχιμανδρίτης Γεώργιος Καψάνης, ὁ Θεοδίδακτος καί Θεοδόξαστος ἐραστής τῆς ἁγιότητος, ὁ ἐκφάντωρ τῆς οὐρανίου ζωῆς καί Μυστογράφος τῆς χάριτος μετά τῶν συνασκητῶν του Ἁγίων συνευφραίνεται εἰς τήν Ἐκκλησίαν τῶν ἐν οὐρανοῖς ἀπογεγραμμένων.
Διά τῆς «καλλοποιοῦ» καί «θείας ὁδοιπορίας» του ἐκοινώνησε τοῦ Δεσποτικοῦ πάθους καί ἐδόξασε τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ ἁγία του ζωή συνιστᾶ μίαν ἀνεκτίμητον πνευματικήν κληρονομίαν διά τήν Μονήν του καί διά τά πνευματικά του παιδιά. Ὅπως ὁ Μωϋσῆς, οὕτω καί ὁ μακαριστός Γέροντας κατέλειπε εἰς ἕνα ἕκαστον αὐτήν τήν πνευματικήν Διαθήκην: «Πρόσεχε σεαυτῷ, μὴ ἐπιλάθῃ Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου τοῦ μὴ φυλάξαι τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ καὶ τὰ κρίματα καὶ τὰ δικαιώματα αὐτοῦ»(Δευτ. 8 11).
Ὅσοι τόν ἐγνωρίσαμε καί τόν ἐζήσαμε καυχώμεθα ἐν Κυρίῳ, ὅτι ἐγνωρίσαμεν ἄνθρωπον τοῦ Θεοῦ, πλήρη πνεύματος καί ἀληθείας, μέ θυσιαστικήν πατρικήν ἀγάπην διά κάθε ἄνθρωπον καί πεπυρακτωμένην καρδίαν διά τόν Χριστόν καί τήν Ἐκκλησίαν.
Ἄς ἀναπαύῃ ὁ Κύριος τήν ψυχήν του ἐν τῇ ἀγήρῳ μακαριότητι.